ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ - Απάντηση στις προκλήσεις - Θέσεις για τα μεγάλα μέτωπα  μιας κυβερνητικής πολιτικής
VI. Η πρόκληση της διαφάνειας, της νομοθεσίας και της δικαιοσύνης
1. Η διαφάνεια ως υπόθεση της κοινωνίας των πολιτών

Η διαφάνεια στην Ελλάδα, όπως και σε όλες τις θεσμικά οργανωμένες χώρες, είναι θεμελιώδες κοινωνικό και πολιτικό αίτημα που ταυτίζεται με την επιβολή της νομιμότητας, την ισχύ των εγγυήσεων του κράτους δικαίου, τον σεβασμό της ισονομίας και της αξιοκρατίας, την ομαλή λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών, την χρηστή διαχείριση του δημοσίου χρήματος, την ορθολογική λειτουργία των αγορών. Η συζήτηση για τη διαφάνεια συνιστά καταρχήν καταγγελία των παράνομων και  άδικων  καταστάσεων που κυριαρχούν σε κρίσιμες πτυχές της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής ζωής της χώρας. Καταστάσεων που ανακόπτουν την ανάπτυξη, εμποδίζουν την ορθολογική λειτουργία της πολιτείας, της κοινωνίας, αλλά και της αγοράς, αναπαράγουν ανισότητες, υποθάλπουν αρχαϊκά φαινόμενα παραγοντισμού και νεποτισμού, παρακωλύουν την αναδιανεμητική λειτουργία το κράτους και προκαλούν την έντονη δυσαρέσκεια των πολιτών που δηλώνουν ιδιαίτερα ενοχλημένοι από την ποιότητα, αλλά και την ταχύτητα κρίσιμων υπηρεσιών.

Παρανομία και άτυπα φαινόμενα

Η διαφάνεια ως όρος παραπέμπει κατά τον τρόπο αυτόν σε πολλά φαινόμενα παρανομίας σε όλες τις βαθμίδες και σε όλα σχεδόν τα πεδία της κοινωνίας, της οικονομίας και του κράτους. Παραπέμπει όμως και σε πολλά φαινόμενα αδικαιολόγητων και δυσλειτουργικών νομοθετικών ρυθμίσεων, όπως και σε πολλά φαινόμενα ανομίας, δηλαδή αδυναμίας να επιτευχθούν αποτελεσματικές και εφαρμόσιμες ρυθμίσεις με νομοθετικούς κανόνες, κανόνες δεοντολογίας ή σοβαρές και ελέγξιμες πρακτικές. Επιπλέον, το ζήτημα της παρανομίας, στην Ελλάδα τουλάχιστον, παραπέμπει σε πλήθος άτυπων φαινομένων,  δηλαδή δραστηριοτήτων που κινούνται στο περιθώριο ή στα διάκενα της έννομης τάξης: η παραοικονομία, η φοροδιαφυγή, η εισφοροδιαφυγή αλλά και η εισφοροαποφυγή με τη συνεργασία εργοδότη και εργαζόμενου, η αποφυγή απόδοσης αλλά και είσπραξης του Φ.Π.Α. όταν οι συναλλαγές γίνονται χωρίς παραστατικά, το «φακελάκι» σε γιατρούς του δημόσιου συστήματος υγείας, αλλά και η ελλιπής τιμολόγηση των υπηρεσιών των δημόσιων νοσοκομείων σε σχέση με τις τιμές που αναγνωρίζουν και καταβάλλουν τα δημόσια ασφαλιστικά ταμεία στα ιδιωτικά νοσηλευτήρια,  η κατά καιρούς νομιμοποίηση αυθαιρέτων οικοδομών, η κατά καιρούς δοσοποίηση καθυστερημένων ασφαλιστικών εισφορών κ.ο.κ.

Πολλά από τα φαινόμενα αυτά συνδέονται με διαρθρωτικά χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας, κυρίως με το μεγάλο αριθμό αυτοαπασχολουμένων και μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων που συνεισφέρουν στην εθνική οικονομία  με υψηλό ποσοστό του ΑΕΠ και ακόμη υψηλότερο ποσοστό απασχόλησης. Ο περιορισμός συνεπώς της συζήτησης για τη διαφάνεια μόνο στο πεδίο του κράτους και πιο συγκεκριμένα στο πεδίο της πολιτικής εξουσίας (κεντρικής αλλά και τοπικής) και στο πεδίο της δημόσιας διοίκησης και της αυτοδιοίκησης είναι αφενός μεν άδικη αφετέρου δε αποπροσανατολιστική  ως προς τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Για να αντιμετωπιστούν όμως τα προβλήματα συστηματικά και αποτελεσματικά πρέπει καταρχήν να συμφωνήσουμε στον ορισμό τους:

Διαφάνεια, διαφθορά, διαπλοκή

Το ζήτημα της διαφάνειας είναι πολύ ευρύτερο του ζητήματος της διαφθοράς και άρα των εγκλημάτων, δηλαδή των παραβιάσεων του ποινικού νόμου που είναι κυρίως οικονομικού ή υπηρεσιακού χαρακτήρα.

Το ζήτημα της διαφάνειας είναι επίσης πολύ ευρύτερο του προβλήματος της «διαπλοκής»,  δηλαδή της διασύνδεσης προσώπων και συμφερόντων μεταξύ των φορέων της οικονομικής, της επικοινωνιακής και της πολιτικής εξουσίας που εκδηλώνεται κυρίως στα ζητήματα των ΜΜΕ και των δημοσίων συμβάσεων (έργων, προμηθειών, παροχής υπηρεσιών) όχι μόνον των μεγάλων αλλά και των μεσαίων και των μικρών σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο.

Η έκπτωση του νόμου

Το ζήτημα της διαφάνειας είναι επίσης πολύ ευρύτερο της έκπτωσης και άρα της αδυναμίας εφαρμογής του νόμου, καθώς πολύ συχνά αφορά το ίδιο το περιεχόμενο της νομοθετικής ρύθμισης.

Το ζήτημα της διαφάνειας είναι επίσης  ευρύτερο της εθνικής νομοθεσίας, της εθνικής διοίκησης και των εθνικών πρακτικών, καθώς  σε πολύ μεγάλο βαθμό συνδέεται με την ευρωπαϊκή κοινοτική νομοθεσία, τις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και τους ευρωπαϊκούς κοινοτικούς ελεγκτικούς μηχανισμούς. Πολλές παθογένειες, γνωστές στην ελληνική πραγματικότητα, υπάρχουν και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αλλά και στο μηχανισμό των Βρυξελλών.

Το κυριότερο όμως είναι να προσεγγίσουμε το ζήτημα της διαφάνειας ως ζήτημα που αφορά το σύνολο της κοινωνίας, άρα και τον καθένα και την καθεμιά από εμάς ως πολίτη, ως οικονομικά δρον υποκείμενο, ως καταναλωτή, ως επαγγελματία και επιχειρηματία, ως εργαζόμενο, ως άνθρωπο που καταφεύγει στις υπηρεσίες του κοινωνικού κράτους.

Το εύρος του προβλήματος: κράτος, κοινωνία, οικονομία

Ακόμη κι όταν το ζήτημα της διαφάνειας εστιάζεται στο  κράτος, είναι προφανώς παραπλανητικό και εσφαλμένο το ενδιαφέρον να προσανατολίζεται μόνον στα πολιτικά κόμματα, τα πολιτικά πρόσωπα της κεντρικής σκηνής, τη δημόσια διοίκηση και το πολύ – πολύ στα όργανα της τοπικής αυτοδιοίκησης. Εξίσου σημαντικός είναι ο ρόλος της δικαιοσύνης και των δικαστικών λειτουργών, ο ρόλος των ανεξάρτητων αρχών και των διαφόρων  ελεγκτικών  οργάνων (ΕΣΡ, ΑΣΕΠ, Επιθεωρητές Δημόσιας Διοίκησης κ.λ.π.), όπως και ο χώρος της καθ’ ύλην αυτοδιοίκησης με κορυφαίο παράδειγμα τα ΑΕΙ, αλλά και τα επιμελητήρια, τους επαγγελματικούς συλλόγους κ.ο.κ.

Επίσης, όταν γίνεται λόγος για διαφάνεια και διαπλοκή και το ενδιαφέρον εστιάζεται σε χώρους όπως τα ΜΜΕ ή ο επαγγελματικός αθλητισμός ή σε καίρια θέματα όπως η χρηματοδότηση των κομμάτων και των πολιτικών προσώπων ή δραστηριοτήτων, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι υπάρχουν κι άλλοι χώροι εξίσου κρίσιμοι:

Η λειτουργία της αγοράς, η προστασία  του καταναλωτή, η εφαρμογή των κανόνων του ανταγωνισμού και ο έλεγχος του αθέμιτου ανταγωνισμού, η λειτουργία του τραπεζικού συστήματος και ευρύτερα του συστήματος χρηματοοικονομικών και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα από την άποψη αυτή.

Ένα τόσο ευρύ και πολύπλοκο φαινόμενο αφορά εν τέλει συνολικά τη συγκρότηση και τη λειτουργία του κράτους, αλλά και της κοινωνίας και της οικονομίας. Και μάλιστα μέσα σε πολύ συγκεκριμένα και αυστηρά ευρωπαϊκά συμφραζόμενα που πρέπει να λαμβάνει υποχρεωτικά  υπόψη του όποιος θέλει να εφαρμόσει εθνικά μέτρα για την ενίσχυση της διαφάνειας. Η εμπειρία της υπόθεσης του λεγόμενου «βασικού μετόχου» σε σχέση με τη Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η εμπειρία της υπόθεσης του επαγγελματικού ποδοσφαίρου σε σχέση με τη FIFA είναι δύο διαφορετικής τάξης, αλλά εξίσου χαρακτηριστικά παραδείγματα ως προς τα όρια, αλλά και τις μεθόδους της εθνικής παρέμβασης για την ενίσχυση της διαφάνειας, όχι ως δημαγωγικό τέχνασμα αλλά ως σοβαρή πολιτική στόχευση με πραγματικά και μετρήσιμα αποτελέσματα.

Είναι επίσης αναγκαίο να συστρατευθούν υπέρ της διαφάνειας και οι πολίτες που την αξιώνουν, ενώ άθελά τους πολύ συχνά ή κατ’ ανάγκην την τροφοδοτούν και την στηρίζουν:

Η αντιφατική στάση των πολιτών

Ο πολίτης ως πολιτικό υποκείμενο,  σε όλες τις έρευνες της κοινής γνώμης, στηλιτεύει τα φαινόμενα διαφθοράς και διαπλοκής. Ο πολίτης όμως ως καταναλωτής σπάνια ασκεί όλα τα δικαιώματά του και όλη την πίεσή του για την νόμιμη και ομαλή λειτουργία της αγοράς και την πάταξη των φαινομένων αισχροκέρδειας ή αθέμιτου ανταγωνισμού.  Ο πολίτης ως τηλεθεατής αδυνατεί ή δε θέλει να αντιδράσει ακόμη και μπροστά σε κραυγαλέες τηλεοπτικές παραβιάσεις της ισονομίας, της ισηγορίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο πολίτης ως διοικούμενος δυσανασχετεί  όταν εφαρμόζεται αυστηρά η πολεοδομική ή η δασική νομοθεσία σε μία δική του υπόθεση, ενώ υπάρχουν διπλανές περιπτώσεις προφανούς παρανομίας που δεν δικαιολογούν όμως την γενίκευση ή επανάληψη τους. Ο πολίτης ως χρήστης κρίσιμων υπηρεσιών, όπως οι υπηρεσίες υγείας, συμπράττει συχνά στην αναπαραγωγή φαινομένων, όπως το «φακελάκι», που καταγγέλλει συνήθως μόνο όταν κάτι δε λειτούργησε καλά ως προς το αποτέλεσμα. Ο πολίτης ως φορολογούμενος ή ως υπόχρεος καταβολής ασφαλιστικών εισφορών πολύ συχνά αποφεύγει να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, ενώ ως ασφαλισμένος αγωνιά εύλογα για τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος και ως γονέας θέλει πολύ μεγαλύτερες δημόσιες δαπάνες για την εκπαίδευση κ.ο.κ.

Ας δούμε μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα: Η εκτεταμένη φοροδιαφυγή σε συνδυασμό με τις ασάφειες της φορολογικής νομοθεσίας που αφήνει πολλά περιθώρια ερμηνειών και παρερμηνειών και παρέχει ευρεία διακριτική ευχέρεια στη φορολογική διοίκηση, τροφοδοτεί τα φαινόμενα διαφθοράς στο χώρο των φορολογικών υπηρεσιών.

Η εκτεταμένη εισφοροδιαφυγή –κατά την ίδια λογική- συχνά τροφοδοτεί συναλλαγές μεταξύ των υπηρεσιών των ασφαλιστικών οργανισμών και των υπόχρεων καταβολής των εισφορών.

Η συχνή παραβίαση των διατάξεων της πολεοδομίας, όπως και της δασικής νομοθεσίας και άρα το φαινόμενο της αυθαίρετης και ημιαυθαίρετης δόμησης, σε συνδυασμό με τα περιθώρια ερμηνείας της σχετικής νομοθεσίας και το εύρος της διακριτικής ευχέρειας που διαθέτουν τα αρμόδια όργανα, τροφοδοτεί φαινόμενα διαφθοράς στο χώρο των αντίστοιχων δημόσιων, δημοτικών ή νομαρχιακών υπηρεσιών.

Η μη ορθολογική ρύθμιση των συνολικών μηνιαίων αποδοχών των γιατρών του ΕΣΥ (π.χ. των διευθυντών των καρδιοχειρουργικών κλινικών) σε σύγκριση με τις αμοιβές των ιδιωτών γιατρών που αναγνωρίζουν και καταβάλλουν για μία και μόνη ιατρική πράξη (π.χ. καρδιοχειρουργική επέμβαση) το ΙΚΑ και τα άλλα ασφαλιστικά ταμεία, σε συνδυασμό με την απουσία σαφών κανόνων καθορισμού της σειράς προτεραιότητας μεταξύ ασθενών, τροφοδοτεί το «φακελάκι» στο ευαίσθητο χώρο της υγείας κ.ο.κ. Νομοθετικά κενά και αδράνειες, κακές διοικητικές και πολιτικές πρακτικές, αλλά και κακές νοοτροπίες και συμπεριφορές συνδυάζονται με αποτέλεσμα να παράγεται και να αναπαράγεται το φαινόμενο της διάχυτης διαφθοράς.

Αλλά και στο επίπεδο των αμιγώς πολιτικών συμπεριφορών, οι πολίτες που κατακρίνουν τις πελατειακές θέσεις, τις αρχαϊκές συμπεριφορές, την πολιτική οικογενειοκρατία και τον αποκλεισμό, αποδέχονται και χειροκροτούν κραυγαλέες εκδοχές των φαινομένων αυτών. Κατά την ίδια λογική, ο πολίτης- φίλαθλος υποδέχεται με ανακούφιση την παρέμβαση ή παρουσία των μεγάλων οικονομικών παραγόντων του χώρου του αθλητισμού, ενώ μπορεί να ασκεί κριτική για τις συναλλαγές των ίδιων αυτών παραγόντων με το δημόσιο, ακόμη και όταν αυτές προκύπτουν μέσα από σκληρές διεθνείς διαγωνιστικές διαδικασίες, ανοιχτές σε έναν ούτως ή άλλως  περιορισμένο κύκλο επιχειρήσεων του αντίστοιχου κλάδου. Στο δε κατάλογο των αξιακών και ηθικών επιλογών, το παράδοξο είναι ότι η κοινή γνώμη εμφανίζεται πολύ αυστηρή απέναντι στους θεσμούς που η ίδια ελέγχει, όπως τα κόμματα και η Βουλή, αλλά αρκετά επιεικής απέναντι σε χώρους με έντονα προβλήματα διαφάνειας, όπως αποδείχθηκε τον τελευταίο καιρό για παράδειγμα, σε σχέση με την εκκλησία ή τη δικαιοσύνη.

Ένα νέο πολιτικό σχέδιο - Προτάσεις

Χρειάζεται συνεπώς ένα νέο πολιτικό σχέδιο υπέρ της διαφάνειας και κατά της διαφθοράς και της διαπλοκής. Ένα σχέδιο βασισμένο στην δεκτικότητα  και την ενεργό συμμετοχή της ίδιας της κοινωνίας και άρα  όλων των πολιτών. Ένα σχέδιο που λαμβάνει υπόψη του τις διαρθρωτικές ιδιομορφίες της ελληνικής οικονομίας. Ένα σχέδιο που λαμβάνει υπόψη του  τις ποικίλες πλευρές κάθε πολίτη ως φορολογούμενου, ασφαλισμένου, χρήστη κοινωνικών υπηρεσιών, διοικούμενου, τηλεθεατή, φιλάθλου, πολιτικού οπαδού, μέλους μη κυβερνητικών οργανώσεων, μέλους της τοπικής κοινωνίας κ.ο.κ.. Ένα σχέδιο υπέρ της διαφάνειας και κατά της διαφθοράς και της διαπλοκής που δεν ματαιοπονεί επαναλαμβάνοντας μεθόδους που φάνηκε ότι δεν αποδίδουν αποτελέσματα, γιατί δεν εφαρμόζονται σε πανευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, με δεδομένο μάλιστα τον υψηλό βαθμό διεθνοποίησης χώρων, όπως η ενημέρωση και ο αθλητισμός, αλλά και οι μεγάλες διεθνείς συμβάσεις.  Ένα σχέδιο που είναι συνεπώς εφαρμόσιμο, ειλικρινές και πρακτικό. Ένα σχέδιο που αφορά οριζόντια όλες τις πτυχές της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής ζωής και όλους τους κρίσιμους θεσμούς και κρίκους: τα πολιτικά όργανα του κράτους και της αυτοδιοίκησης, τα κόμματα και τα πολιτικά πρόσωπα της δημόσιας διοίκησης, τις κοινωφελείς επιχειρήσεις, τις ανεξάρτητες αρχές, τη δικαιοσύνη όλων των κλάδων και όλων των βαθμών, την αγορά, το τραπεζικό και χρηματοοικονομικό σύστημα, το φορολογικό σύστημα, τις κοινωνικές υποχρεώσεις και τις κοινωνικές υπηρεσίες, το λεγόμενο τρίτο τομέα των ιδρυματων, των κοινοφελών φορέων και όλων των μη κυβερνητικών οργανώσεων, την εκκλησία, τα πανεπιστήμια, τον αθλητισμό κ.ο.κ..

Το φορολογικό σύστημα

Μια τέτοια παρέμβαση πρέπει κατά τη γνώμη μου να θέτει ως αφετηρία τη ριζική αναδιοργάνωση, απλούστευση και εκλογίκευση του φορολογικού συστήματος. Τη σύνδεσή του με τους μηχανισμούς είσπραξης  των ασφαλιστικών εισφορών, αλλά και με τους μηχανισμούς ελέγχου της περιουσιακής κατάστασης και των μεταβολών της. Μια τέτοια παρέμβαση στο φορολογικό σύστημα καθιστά αυτόματο και  αποτελεσματικό τον πραγματικό έλεγχο του πόθεν έσχες για όλους τους φορολογούμενους, χωρίς περιττές δηλώσεις και διαδικασίες, καθώς όλα προκύπτουν ούτως ή άλλως μέσα από τις φορολογικές δηλώσεις. Υποστηρίζει τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος και τη δίκαιη και ορθολογική συμμετοχή των επιχειρήσεων έντασης εργασίας σε σχέση με τις επιχειρήσεις κεφαλαίου. Διευκολύνει την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού και του καταναλωτή, ενώ ταυτόχρονα διασφαλίζει μέσα από την ίδια την πρακτική των συναλλαγών, την είσπραξη και απόδοση του ΦΠΑ. Καθιστά δίκαιη τη συμμετοχή της φορολογίας των επιχειρήσεων στα συνολικά φορολογικά έσοδα και επιτρέπει μια πιο ορθολογική σχέση μεταξύ άμεσων και έμμεσων φόρων, ενώ καθιστά εφικτή την πάταξη φαινομένων αισχροκέρδειας.

Η δικαιοσύνη

Η δεύτερη μεγάλη παρέμβαση αφορά την δικαιοσύνη:

- την κατάργηση όλων των δικονομικών και οργανωτικών κενών που οδηγούν σε  καταστρατήγηση  της αρχής του νόμιμου  δικαστή, τον συνδυασμό των ενδίκων μέσων με τη διαρκή επιθεώρηση των δικαστικών λειτουργών και τον ποιοτικό έλεγχο των αποφάσεων τους.

- τον έλεγχο των κομβικών σημείων κυρίως της πολιτικής και ποινικής δικονομίας, στα οποία ένα και μόνο πρόσωπο (π.χ. ο τακτικός ανακριτής ή το δικαστής του μονομελούς πρωτοδικείου στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων) μπορεί να λάβει αποφάσεις καταλυτικές για την ελευθερία, την περιουσία ή την προσωπικότητα ενός ανθρώπου.

Η νομοθεσία και οι διοικητικές διαδικασίες

Η τρίτη μεγάλη παρέμβαση αφορά την απλούστευση της νομοθεσίας (ώστε να περιορισθούν οι ασάφειες και τα σκόπιμα κενά) και την τυποποίηση όλων των διοικητικών διαδικασιών, ιδίως αυτών που αφορούν την φορολογική, την πολεοδομική και την δασική διοίκηση. Ο δραστικός περιορισμός των πράξεων που εκδίδονται με διακριτική ευχέρεια (αδειοδοτήσεις, πρόστιμα κ.ο.κ.), ιδίως όταν αυτές εκδίδονται από μονοπρόσωπα όργανα και η αντικατάσταση τους από πράξεις που εκδίδονται με δέσμια αρμοδιότητα ή από πολυμελή όργανα και με την συμμετοχή αντιπροσώπων, έστω και χωρίς ψήφο, της κοινωνίας των πολιτών ή της τοπικής κοινωνίας είναι βασικά μέτρα προστασίας της κοινωνίας των πολιτών, αλλά και αυτοπροστασίας της διοίκησης και της τοπικής αυτοδιοίκησης.

Το πολιτικό χρήμα

Η απαγόρευση της ιδιωτικής χρηματοδότησης των πολιτικών κομμάτων και των πολιτικών προσώπων με εξαίρεση τις μικρές ετήσιες εισφορές μελών και φίλων και, η κάλυψη των λειτουργικών και εκλογικών τους  αναγκών από τον κρατικό προϋπολογισμό,  θα έχει ένα πολύ μικρό πρόσθετο δημοσιονομικό κόστος, αλλά ένα πολύ μεγάλο δημοκρατικό όφελος,  εφόσον βεβαίως συνδέεται με σαφή και ουσιαστικό λογιστικό έλεγχο της διαχείρισης των ποσών της κρατικής χρηματοδότησης σε συνδυασμό με την απαγόρευση των δραστηριοτήτων υψηλού κόστους καθώς και την αντικατάσταση τους από σύγχρονες μορφές δημόσιας προβολής του πολιτικού λόγου των κομμάτων και των πολιτικών προσώπων από τα μμε, το διαδίκτυο κ.ο.κ. Αυτές οι δύο ρυθμίσεις δίνουν νόημα και στο μεικτής σύνθεσης όργανο που κατά το άρθρο 29 παρ. 2 Συντ. ελέγχει τα οικονομικά των κομμάτων, των βουλευτών και των υποψηφίων βουλευτών καθώς και  στο δικαστικό όργανο που κατά τα άρθρα 29 παρ. 2, 58 και 100 Συντ. επιβάλλει κυρώσεις σε περίπτωση παραβίασης του νόμου. Σημασία άλλωστε δεν έχουν οι κυρώσεις, αλλά οι πραγματικοί φραγμοί και οι λειτουργικές εγγυήσεις.

Στο πλαίσιο αυτό ο αυστηρός  εσωτερικός έλεγχος στα κόμματα ως προς τα στελέχη τους («πόθεν έσχες», συνθήκες ζωής, επαγγελματική δραστηριότητα κ.ο.κ.) έχει ιδιαίτερη σημασία και επί της ουσίας, αλλά και για την αποκατάσταση της σχέσης αξιοπιστίας  μεταξύ κομμάτων και πολιτών. Τα μέτρα μάλιστα- αυτά πρέπει να επιβληθούν μονομερώς από κάθε κόμμα που θέλει να δώσει θετικό παράδειγμα γραφής όπως το ΠΑΣΟΚ.  

Οι ανεξάρτητες αρχές

Ο συντονισμός της δράσης των ανεξάρτητων αρχών με τον άμεσο και ισχυρό έλεγχο της Βουλής στον αντίστοιχο τομέα  (δημόσια διοίκηση μέσω ΑΣΕΠ και Συνηγόρου του Πολίτη, μέσα ενημέρωσης μέσω του Ε.Σ.Ρ., προσωπικά δεδομένα και απόρρητο των επικοινωνιών μέσω ΑΔΑΕ και ΑΠΠΔ, ανταγωνισμός μέσω της επιτροπής ανταγωνισμού κ.ο.κ.) θα καταστήσει πολύ πιο αποτελεσματικό τον έλεγχο αυτό και θα θωρακίσει τις ανεξάρτητες αρχές, παράλληλα θα ανακαλύψουν κενά, ανεπάρκειες και αδυναμίες του πολιτικού συστήματος.

Συμμετοχή της κοινωνίας

Αυτή όμως η στενή λειτουργική διασύνδεση Βουλής και ανεξάρτητων αρχών πρέπει να συνδέεται και με την ενεργό συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών που πρέπει να υποστηρίζει ενεργά και σε κάθε δυνατό επίπεδο,  κρατικό ή κοινωνικό  την λειτουργία των ανεξάρτητων αρχών: Το ΕΣΡ χωρίς ενεργούς πολίτες-τηλεθεατές θα είναι πάντα ανεπαρκές. Το ίδιο και η Επιτροπή Ανταγωνισμού χωρίς ενεργούς πολίτες καταναλωτές. Κάθε ανεξάρτητη αρχή πρέπει συνεπώς να λειτουργεί παράλληλα με αντίστοιχη κοινοβουλευτική επιτροπή και σε στενή  συνεργασία με ομάδες ή κινήσεις πολιτών υπέρ της διαφάνειας.

Οι δημόσιες συμβάσεις

Τέλος, στο κλασικό πεδίο των μέσων μαζικής ενημέρωσης και των δημοσίων συμβάσεων, από το οποίο λόγω της σημασίας του ξεκίνησε η συζήτηση για την διαφάνεια και την διαπλοκή, η παρέμβαση πρέπει τώρα να γίνει με τρόπους πιο απλούς και ως εκ τούτου πιο αποτελεσματικούς που θα καθιστούν άνευ σημασίας κάθε απόπειρα καταστρατήγησης των σχετικών απαγορεύσεων (συγκέντρωση περισσότερων μέσων μαζικής ενημέρωσης, παράλληλη δραστηριότητα σε περισσότερους κρίσιμους πολιτικούς και κοινωνικούς χώρους κ.ο.κ.):

Στις δημόσιες συμβάσεις για έργα, προμήθειες και παροχή υπηρεσιών και με δεδομένη την ισχύ των σχετικών κανόνων του πρωτογενούς και παραγώγου ευρωπαϊκού κοινοτικού δικαίου, σημασία έχει: 

Πρώτον, η επιβολή εγγυήσεων πλήρους  δημοσιότητας και άρα διαφάνειας στην κρίσιμη φάση της διαμόρφωσης των προδιαγραφών και της προκήρυξης, με ενημέρωση όλων των πιθανών ενδιαφερομένων, αλλά και ευρύτερα της κοινής γνώμης, ώστε να είναι εφικτή η επιβολή παρατηρήσεων και ενστάσεων κ.ο.κ.

Δεύτερον, η κατάργηση κάθε περιττής τυπικότητας που προκαλεί νομικά προβλήματα και περιττούς δικαστικούς ελέγχους, χωρίς να προστατεύεται το πραγματικό συμφέρον του δημοσίου και χωρίς να ενισχύεται ο ανταγωνισμός.

Τρίτον, η πανηγυρική και ουσιαστική ταυτόχρονα δημοσιότητα και προφορικότητα της τελικής φάσης κάθε διαγωνιστικής διαδικασίας (μειοδοτικός ή πλειοδοτικός διαγωνισμός, διαπραγμάτευση κ.ο.κ.) παρουσία όλων των ενδιαφερομένων και κάθε πολίτη ή μέσο ενημέρωσης. Η εφαρμογή αυτών των αρχών οδηγεί σε επιτάχυνση των αναγκαίων σταδίων του δικαστικού προσυμβατικού ελέγχου από το Συμβούλιο Επικρατείας, αλλά στο πλαίσιο των  αρμοδιοτήτων του και  από το Ελεγκτικό Συνέδριο.

Τα ΜΜΕ

Κατά την ίδια λογική οι κανόνες για την απαγόρευση της συγκέντρωσης του ελέγχου στα μέσα μαζικής ενημέρωσης έχουν σημασία όταν διασφαλίζουν την πραγματική προγραμματική, ιδεολογική, αισθητική, πολιτική πολυφωνία μέσα σε μία παγκόσμια κοινωνία της πληροφορίας που κυριαρχείται  από την ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας στις χώρες  των τηλεπικοινωνιών και της πληροφορικής. Από την άποψη αυτή κάθε εθνικός ή μάλλον γλωσσικός χώρος έχει πάντα την σημασία του, ιδίως για όσα προγράμματα προσλαμβάνει  το ευρύ κοινό. Η έμφαση συνεπώς πρέπει να δοθεί στη διασφάλιση της ισηγορίας και της πολυφωνίας, όχι μόνο στις ειδησεογραφικές και ενημερωτικές εκπομπές, αλλά και στο ψυχαγωγικό και καλλιτεχνικό πρόγραμμα, λαμβάνοντας υπόψη και τη γλωσσική διάσταση  εφόσον η γλώσσα είναι το σώμα κάθε πολιτισμού. Η αναγκαστική κατανομή μίας ομοιόμορφης και άνισης ως προς το περιεχόμενο της τηλεθέασης σε περισσότερους επιχειρηματικούς φορείς που συγκλίνουν στην ίδια προγραμματική μονομέρεια δεν έχει νόημα. Νόημα έχει η ουσιαστική προγραμματική πολυφωνία και ποιότητα σύμφωνα με τις επιταγές του άρθρου 15 παρ. 2 Συντ. Σε αυτό το σημείο πρέπει να είναι αυστηρό και το Ε.Σ.Ρ. και η κοινωνία των πολιτών – τηλεθεατών που οφείλει να είναι ενεργός αλλιώς η πολιτεία θα ματαιοπονεί.

Διοικητικοί και ποινικοί κανόνες

Η σχέση, τέλος, των μέσων ενημέρωσης με τις οικονομικές λειτουργίες του κράτους, τις δημόσιες συμβάσεις, τη λειτουργία της αγοράς με βάση τους κανόνες του ανταγωνισμού, την προστασία του καταναλωτή, τη λειτουργία του χρηματιστηρίου και γενικότερα των χρηματοπιστωτικών και χρηματοοικονομικών οργανισμών, πρέπει να διέπεται από αυστηρότερους διοικητικούς και ποινικούς κανόνες που στοχεύουν την ουσία, αποκλείουν την παραπληροφόρηση, την άσκηση αθέμιτης ροής ή την διενέργεια πολιτικών εκβιασμών, την επιτακτική πληροφόρηση, την τυχόν χειραγώγηση ή την αξιοποίηση εσωτερικής πληροφόρησης κ.ο.κ. Αυτός ο έλεγχος του περιεχομένου δημοσιευμάτων και εκπομπών είναι εφικτός εφόσον η ίδια η αγορά εντοπίζει και καταγγείλει τέτοια φαινόμενα και όταν κάτι  τέτοιο συμβαίνει πρέπει να επισύρει σοβαρές κυρώσεις διοικητικές και κοινωνικές.

***

Ο αναπροσανατολισμός της συζήτησης για τη διαφάνεια σε τέτοιου είδους οριζόντιες πρακτικές και εφαρμόσιμα μέτρα  θα δώσει ουσιαστικό περιεχόμενο στην έννοια αυτή και θα μας απεγκλωβίσει από αδιέξοδα και επαναλαμβανόμενες συζητήσεις για τον έλεγχο π.χ. του πόθεν έσχες, συνήθως όμως μόνο των πολιτικών προσώπων, το ύψος των εκλογικών δαπανών, τη συγκέντρωση του ελέγχου των  μέσων ενημέρωσης με τη χρήση παρένθετων  προσώπων, τη διαπλοκή στις οικονομικές λειτουργίες του κράτους κ.ο.κ.. Αν δεχθούμε ότι κανείς δεν έχει τεκμήριο ενοχής, αλλά ούτε και τεκμήριο αθωότητας και ότι η υπόθεση της διαφάνειας είναι υπόθεση όλης της κοινωνίας και όλων των πολιτών, μπορούμε να συγκροτήσουμε ένα κίνημα διαφάνειας που να έχει τα μάτια στραμμένα  στην κοινωνία των πολιτών και να είναι προσανατολισμένο σε όλο το πολιτικό, διοικητικό, οικονομικό και πολιτιστικό σύστημα της χώρας.  

© Ευάγγελος Βενιζέλος 2006-7